Συνέντευξη στο Vlepo με την Κατερίνα Σαμψώνα

Παρασκευή 21 Μαΐου 2010

Βόλτα με το φεγγάρι

Βόλατα με το φεγγάρι είναι ο τίτλος ενός παραμυθιού που έγραψα το 2007 για ένα διαγωνισμό που προκήρυξε το Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών της Κύπρου στα πλαίσια του Ευρωπαϊκού έτους για τη διαφορετικότητα και κατά των διακρίσεων. Όταν με πληροφόρησαν πως πήρε το Α΄βραβείο ποτέ δε φαντάστηκα την πορεία που θα ακολουθούσε και πόση χαρά κι αγάπη θα εισέπραττα από τα παιδιά. 
   Κυκλοφόρησε σε 70.000 αντίτυπα και το χαρίσαμε στις τρεις τελευταίες τάξεις όλων των Δημοτικών Σχολείων και της πρώτης και δευτέρας των Γυμνασίων. Τα παιδιά το χρησιμοποίησαν για μελέτες, συζητήσεις και τέσσερα σχολεία στα τρία  χρόνια της κυκλοφορίας του το διασκεύασαν σε θεατρικό και το ανέβασαν σε σχολικές παραστάσεις. Βέβαια στην όλη επιτυχία του βιβλίου συνέβαλε και η πολύ παραστατική εικονογράφιση της Αλεξάνδρας Χριστοδούλου Χαραλάμπους.
  Και εκεί που πίστευα πως το μικρό εικονογραφημένο βιβλιάκι των τριάντα τεσσάρων σελίδων είχε ημερομηνία λήξης πήρα την περασμένη βδομάδα μια ακόμα πρόσκληση από το Περιφερειακό Γυμνάσιο Πέρα Χωρίου και Νήσου. ΄Με καλούσαν και πάλιν σε μια παράσταση του Βόλτα με το φεγγάρι. Μόνο που αυτή τη φορά η διασκευή έγινε ανάλογα με τις ανάγκες του σχολείου στο οποίο φοιτούν πολλοί μαθητές από τη Ρουμανία. Έτσι η Χατίτζια η ηρωίδα της ιστορίας αντί να είναι ένα κορίτσι της Αφρικής κατάλειξε να είναι μια τσιγγάνα της Ρουμανίας που ήρθε στην Κύπρο με τους γονείς της να εργαστεί. Οι μικροί πρωταγωνιστές   έδωσαν τη ψυχή τους γι αυτή την παράσταση, με έκαναν να ανατριχιάσω γιατί κατόρθωσαν να αποδώσουν τη ευαισθησία που έδωσα εγώ στη μικρή Χατίτζια.
       Κουβεντιάζοντας με τα παιδιά διαπίστωσα πως αυτό που τα έκανε να το αγαπήσουν είναι η αμεσότητα και οι αλήθειες που διατυπώνονταν μέσα από την ιστορία. Μέσα από το παραμύθι μπόρεσαν να πάρουν μια ξεκάθαρη εικόνα του μετανάστη που έρχεται σε μια ξένη χώρα ελπίζοντας σε μια καλύτερη ζωή και ξαφνικά διαπιστώνει πως βρίσκεται στο περιθώριο και στη φτώχια. Τα παιδιά μπόρεσαν να διαπιστώσουν την απελπισία και τον πόνο που άθελά τους μπορεί να προκαλέσουν σ' ένα παιδί διαφορετικού χρώματος και κουλτούρας απομονώνοντάς το απλά και μόνο γιατί διαφέρει από τα ίδια. Τους δόθηκε η ευκαιρία να μάθουν πως ο κάθε άνθρωπος ανεξαρτήτου χρώματος, θρησκείας ή καταγωγής έχει αξιοπρέπεια, ιδανικά, όνειρα και απαιτήσεις από τη ζωή.
     Η Χατίτζια ζούσε με την οικογένεια της μια πλούσια ζωή σ' ένα μεγάλο σπίτι στο Κογκό και ο πατέρας της ήταν καθηγητής πανεπιστημίου και συγγραφέας. Εκδιώχθηκε από το δικτατορικό καθεστώς της χώρας του για τις φιλελεύθερες του ιδέες. Αυτό έδωσε στα παιδιά να καταλάβουν πως κάθε άνθρωπος ανεξάρτητα από την εικόνα που εκπέμπει προς τα έξω κρύβει μέσα του αξίες και ιδανικά.
   Είμαι πολύ υπερήφανη που μέσα από το παραμύθι μου τα παιδιά  μπόρεσαν να καταλάβουν όλα αυτά τα μηνύματα κι έχω μέσα μου μια κρυφή ελπίδα πως αυτή η γενιά θα βγάλει ανθρώπους χωρίς προκαταλήψεις και θα βλέπουν με επιείκεια και αποδοχή τους ανθρώπους που είναι ανάμεσά μας και είναι διαφορετικοί. Γιατί όπως λέω και στο παραμύθι "η διαφορετικότητα δίνει άρωμα και ομορφιά στη ζωή"!

Κυριακή 9 Μαΐου 2010

Η νοσταλγία του Μάη

   Αυτή η Κυριακή δεν ήταν σαν τις άλλες. Είχε κάτι λειψό, κάτι άδειο που άφηκε κενά στην καρδιά μου. Οι ανθισμένες τριανταφυλλιές στον κήπο μου με πήραν από το χέρι και με γύρισαν νοσταλγικά πίσω. Εννιά του Μάη. Γιορτή της Μάνας. Η δική μου μανούλα εδώ και κάμποσους Μάηδες δε γιορτάζει πια. Δε βρίσκεται πουθενά για να δέχεται επισκέψεις και λουλούδια... Γι αυτό αυτή η Κυριακή ήταν γεμάτη γλυκιά νοσταλγία... Το άρωμα της τριανταφυλλιάς οδήγησε τη σκέψη μου εκεί έξω στην αυλή του σπιτιού της. Καλοκαιράκι, καθόταν κάτω απ' τις ανθισμένες λεμονιές και τις ροδιές κι έμμπλεκε με τα χεράκια της σκεπάσματα και δαντέλες, όλο ψιλοδουλειά, με ροζέτες και κόμπους περίτεχνους. Έφτιαχνε τα σκεπάσματα το ένα μετά το άλλο, με μια βιασύνη μη και δεν προλάβει... για τα εγγόνια της! Γύρω της μοσχοβόλαγαν η αρπαρόριζα, τα φουντωτά βασιλικά και τα κρίνα. Μέσα απ' την κουζίνα της ξεγλιστρούσαν μυρωδιές απ' τα γλυκά της εποχής που σιγοψήνονταν. Μήλο, κιτρόμηλο, κεράσι. Κι άμα κάποια φορά αργούσαμε να φανούμε απ' το στενό της, τηλεφωνούσε "έφτιαξα ζεστό ψωμί κι ελιόπιτα, ελάτε να πάρετε" μη φανεί πως ζητάει την παρουσία μας, μην ακουστεί σαν παράπονο η μοναξιά της...
   Η ζωή δεν της χαμογέλασε πολύ. Κι όμως είχε κουράγιο και δύναμη. Κι εμείς απάνω στη δική της δύναμη κτίσαμε πύργους. Τώρα στις δύσκολες στιγμές μου, ψάχνω το βελούδο της ματιάς της να κρατηθώ, να βρω εκείνη την πύλη που οδηγούσε πάντα στην ελπίδα, στην αισιοδοξία και στη σιγουριά.
Σήμερα 9 του Μάη σε νοστάλγισα μητέρα, γύρεψα λίγο απ' το κουράγιο και την αισιοδοξία σου και δεν ήξερα πού να σε αναζητήσω. Δεν ήξερα αν έπρεπε ν' ατενίσω τον ουρανό για να σε ψάξω ή μέσα στα παρτέρια της αυλής σου. Γι αυτό άφησα  ένα μπουκέτο τριαντάφυλλα απ' τον κήπο μου στον τάφο σου να σε ευωδιάσουν, παρ' όλο που είμαι σίγουρη πως εκεί δεν βρίσκεται πια τίποτα δικό σου. Δεν ξέρω αν το κουράγιο που μάζεψα ατενίζοντας τη ματιά σου θα μου είναι αρκετό για να μαζέψω τα κομμάτια, να σταθώ στο ύψος της δικής σου καρτερικότητας και του μεγαλείου! Χρόνια πολλά μάνα!

Σάββατο 1 Μαΐου 2010

Να γίνει δικό μου πάλι απ' την αρχή!

Χτες, ύστερα από αρκετές μέρες αγωνίας πήρα επιτέλους στα χέρια μου το τελευταίο μου βιβλίο "Κρατήσου απ' τα όνειρά σου". Κάτι τέτοιες στιγμές είναι που συνειδητοποιείς τις απόστασεις. Έπαιξαν βέβαια το ρόλο τους και οι απεργίες που μπλόκαραν τη διέλευσή του...   Το βιβλίο κυκλοφόρησε στην Αθήνα από τις Εκδόσεις Ωκεανίδα στις 20 Απριλίου, ταξίδεψε μέχρι τη Θεσσαλονίκη -μόλις που πρόλαβε να στηθεί στα ράφια της έκθεσης, κι αυτό μου έδωσε εξαιρετική χαρά, κι εγώ μόλις το πήρα στα χέρια μου! Δεν πρόλαβα καλά καλά να εξοικιωθώ με τη μυρωδιά του, με το σχήμα και τα χρώματά του και κτύπησε το τηλέφωνο. Μια δημοσιογράφος ραδιοφωνικού σταθμού της Αθήνας ζητούσε συνέντευξη. Εγώ τα έχασα. Ήταν βέβαια εξαιρετική η τιμή που μου γινόταν όμως μου ήταν κομμάτι δύσκολο...
   "Ξέρετε, το βιβλίο μου είναι ακόμη άγνωστο, μόλις τώρα το πήρα στα χέρια μου, χρειάζομαι να εξοικιωθώ λίγο μαζί του, να το κάνω δικό μου, αλλιώς είναι να γεμίζεις αράδες στον υπολογιστή. Η εικόνα του υπολογιστή είναι κάτι αόριστο, σαν ψευδαίσθηση. Το βιβλίο είναι ζωντανό, έχει ψυχή, προσωπικότητα, είναι μια προέκταση του εαυτού σου που χρειάζεσαι κάποιες στιγμές να γίνει δικό σου πάλι απ' την αρχή..."
   "Σας καταλαβαίνω, θα ξαναπάρω στις 3.00" είπε η κοπέλα κι έκλεισε το τηλέφωνο για να ξαναπάρει στις 3.00μ.μ. για τη σενέντευξη!